- γράφοντα
- γράφωscratchpres part act neut nom/voc/acc plγράφωscratchpres part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γράφοντ' — γράφοντα , γράφω scratch pres part act neut nom/voc/acc pl γράφοντα , γράφω scratch pres part act masc acc sg γράφοντι , γράφω scratch pres part act masc/neut dat sg γράφοντι , γράφω scratch pres ind act 3rd pl (doric) γράφοντε , γράφω scratch… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ASECRETA — Latinis factum ex Graeco Α᾿ςηκρήτης, quod e Latino a Secretis ortum; unde etiam Α᾿ςηκρῆτις Graeci barbari dixerunt; quemad modum et Latini postea voce indeclinabili Asecretis, pro a Secretis: in Ep. S. Nicephori Patriarchae Constantinopolitani ad … Hofmann J. Lexicon universale
ενδεικτικός — ή, ό (AM ἐνδεικτικός, ή, όν) αυτός που παρέχει ενδείξεις για κάτι, που φανερώνει κάτι («η χθεσινή δήλωση είναι ενδεικτική τών προθέσεών του», «φιλίας ἐνδεικτικόν») νεοελλ. 1. το ουδ. εν. ως ουσ. το ενδεικτικό σχολικό επίσημο έγγραφο το οποίο… … Dictionary of Greek
στίξη — Η χρήση σημείων για το χωρισμό των λέξεων από άλλες, σε προτάσεις και μέρη προτάσεων. Μερικά από τα σημεία αυτά (τελεία, στιγμή, μέση στιγμή και κόμμα), επινόησε και πρωτοχρησιμοποίησε στην ελληνική γλώσσα ο Αλεξανδρινός γραμματικός Αριστοφάνης ο … Dictionary of Greek
δοκίμιο — το 1. κείμενο περιορισμένης έκτασης που δηλώνει ξεκάθαρα τις απόψεις του γράφοντα για ένα θέμα το οποίο όμως δεν εξαντλεί: Έγραψε πολλά δοκίμια για τους φοιτητές του πανεπιστημίου. 2. τυπογραφικά δοκίμια, τα πρόχειρο τύπωμα ενός κειμένου, επάνω… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ГРИГОРИЙ ПАЛАМА — [Греч. Γρηγόριος Παλαμᾶς] (ок. 1296, К поль 14.11.1357, Фессалоника), свт. (пам. 14 нояб., переходящее празд. во 2 ю Неделю Великого поста), архиеп. Фессалоникийский, отец и учитель Церкви. Жизнь Источники Свт. Григорий Палама. Икона. Посл. треть … Православная энциклопедия